Μέρος 1ο
Δεν χρειάζεται λιγότερη ικανότητα για να φθάσουμε ως το μηδέν απ’ ότι για να φθάσουμε ως το όλον.
(Πασκάλ)History is a tale / Told by an idiot, full of sound and fury, / Signifying nothing.
Παράφραση του “Life is a tale / Told by an idiot, full of sound and fury, / Signifying nothing”.
(Macbeth – Shakespeare)
Εύρημα της ειμαρμένης του ανθρώπου, μέσα στο πλαίσιο της περιπλάνησής του στο Αδιανόητο, παράγωγο της Ανάγκης, ανόητη και θεσμισμένη χαρτογράφηση του βίου και των βημάτων λαών, εθνών, κοινωνιών κι ατόμων, η Ιστορία – κακέκτυπο ζωής – πραγματική και παραπλανητική, αποτελεί το βασίλειο της επιβεβλημένης διαβολής. Στην επικράτειά του, κυριαρχούν οι νόμοι της διαστρέβλωσης. Στον ρου της όλα είναι ζήτημα φύσης κ’ ορισμού. Η βούληση για δύναμη κι εξουσία – απότοκη του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης – διαπλέκεται με την ευγένεια του οράματος – μιας άναρχης ενατένισης του, και μέθεξης στο Αγαθό. Η έκλαμψη συμβαίνει μέσα στο σκότος, ωστόσο ο φορέας της είναι, συνήθως, ο εξαιρετικός εξόριστος – θυσιαζόμενο υποκείμενο και αντικείμενο λατρείας – αναγκαίος ήρωας για την πρόοδο της τραγωδίας, στο δικαστήριο της οποίας ο Λόγος σταυρώνεται, τα λόγια παρερμηνεύονται, η λογική καρατομείται, το παράλογο εκλογικεύεται, και η βία μοιάζει εύλογη.
Μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι, οι μάζες μορφοποιούνται και κινούνται χάρη στις ιδέες. Η ιδέα – κυμαινόμενη μεταξύ Αλήθειας και κατασκευής, αυθεντική ή/και διεστραμμένη, διατυπωμένη στη θεωρία, σμιλεύει και καθοδηγεί τα κοχλάζοντα ένστικτα στις πράξεις. Η υιοθέτηση ιδεών από τους δρώντες και η καθιέρωση θεωριών στις συνειδήσεις τους, τους προσφέρει το παράδειγμα σύμφωνα με το οποίο θα υπάρξουν μέσα στην Ιστορία και, ακολούθως, το πρότυπο σύμφωνα με το οποίο θα παράξουν ιστορία.
Σε αυτό το πέραν του καλού και του κακού παίγνιο, λαοί και elites είναι ταυτόχρονα και θύτες και θύματα. Η σχέση τους είναι ερωτική και αποκρουστική. Οι μεν χρειάζονται και χρησιμοποιούν τους δε, και οι δύο χρειάζονται στην Ιστορία και χρησιμοποιούνται από αυτή για τη συγγραφή του δράματός της. Οι πρώτοι προβάλλουν στους δεύτερους την ανάγκη τους για νόημα, κίνητρο και καθοδήγηση. Και αυτή η προβολή οδηγεί στην επιβολή του άυλου για την εξυπηρέτηση του υλικού. Θεωρίες – οντολογικοί άξονες – συστήματα αξιών χρησιμοποιούνται ως αιτιολογικά υπόβαθρα εξουσιών, και για την εξυπηρέτηση υλικών συμφερόντων.
Μέσα σε αυτήν την οιδιπόδεια συνθήκη, ένα πλέγμα ιδεών – μία (κοσμο)θεωρία, η οποία συναιρεί την αποτύπωση της ποιητικότητας του Κόσμου με τον προσδιορισμό του έσχατου υπαρξιακού νοήματος, εμπίπτοντας στη βάρβαρη αγνότητα του πεπτωκότος όντος, εκπίπτει στο δόγμα.
Ρυθμιστής των σχέσεων με το(ν) άλλο(ν) μέσα στους κόλπους της κοινωνίας, αλλά και με το σχηματοποιημένο από την ίδια (μέσα στο μύθο της) Απόλυτο, μυθολογική ποίηση και δικαιικό σύστημα, η θρησκεία διέπει ολιστικά τον άνθρωπο, και χαρακτηρίζει, κατ’ απόλυτο τρόπο, την ανθρωπολογική κοινότητα που την υιοθετεί, καθορίζοντας από την ψυχολογία και την ηθική έως την ερωτική ή/και την οικονομική συμπεριφορά του ατόμου – πιστού, ορίζοντας τον Θεό – υπαρξιακό καθρέφτη του ανθρώπου.
Κάθε τρόπος εγγραφής του ανθρώπου στην πραγματικότητα έχει στοιχεία θρησκευτικά. Κίνητρο ύπαρξης και κινητήρια δύναμη, αυτή η αναφορά, μεταφυσική ή μη, και η αναζήτησή της, μοιάζει να κυριεύει τον άνθρωπο (τουλάχιστον τον homo sapiens), συνδέοντας τη βιολογία με το λόγο, τα ορμέμφυτα με το πνεύμα του.
Μέρος 2ο
Ακόμα και μετά τον θάνατό σου, το κόμμα σε (παρ)ακολουθεί
(Ερυθροί Χμερ – Καμπότζη)
Τι κι αν, τον 19ο αιώνα, στην, τότε κραταιά, Ευρώπη, το φαντασιακό του Μεσαίωνα ηττάται από τις αξίες και τις θεωρήσεις του Διαφωτισμού, και ο Ανθρωπόθεος υπερκερνά, σταδιακά, τον Θεάνθρωπο; Αλλάζοντας πρόσωπα, η θρησκεία παραμένει κι επιμένει – τάση υπερκείμενη της παραδοσιακής μεταφυσικής βάσης.
Μέσα στο πλαίσιο της νεοτερικότητας – του δαρβινισμού, του θετικισμού και του ρασιοναλισμού, η επιστημονική εξήγηση αρνείται τη μεσαιωνική θρησκευτική φαντασία. Ο Μύθος (ζωή κι ενέργεια των ιδεών) υποβιβάζεται σε παραμύθι, και η οντο-θεολογία δίνει, σταδιακά, τη θέση της στην επιστημολογία.
Κάπως έτσι, αναδύεται και δεσπόζει ένας κόσμος απελευθερωμένος από τον «σκοταδισμό», τη «δεισιδαιμονία» και την «ψευδαίσθηση». Αυτή η υπέρβαση της κλασικής θρησκείας, η χειραφέτηση από τον Θεό και τους λειτουργούς του, οδηγεί στη θρησκευτικοποίηση της πολιτικής και τη θεοποίηση της ιδεολογίας μέσω ενός ασυνείδητου δανεισμού θρησκευτικών προτύπων – απαραίτητων για τη δημιουργία ενός σύμπαντος, μέσα στο οποίο τα χαρακτηριστικά του Θεού κληρονομούνται σε φορείς όπως το κράτος ή το κόμμα. Από τον «κυρίαρχο Θεό» ως το κυρίαρχο κράτος ή το πανταχού παρόν κόμμα, η ευλάβεια, η λατρεία και η θυσία αποτελούν έμφυτες ροπές που αναζητούν άυλες έννοιες-αξίες για την εκτόνωσή τους. Για παράδειγμα, η κόκκινη ιδεολογία είχε δύο συγκεντρωτικούς Ποντίφικες – Λένιν και Στάλιν, οι μορφές των οποίων, ήταν σύνηθες να αποτυπώνονται σε εικονίσματα χριστιανορθόδοξης τεχνοτροπίας, εν είδει αγιογραφιών, κι έναν αιρετικό – Τρότσκι.
Όπως, όμως, συνέβη και στο παράδειγμα της Ρωσίας – Σοβιετικής Ένωσης, η μετάβαση από τον έναν κόσμο – πολιτισμό στον άλλο, συνήθως δε γίνεται ειρηνικά, αλλά μέσω βίαιων γεγονότων – ανατροπών. Προηγούνται χρόνιες συγκρουσιακές ζυμώσεις που κλιμακώνονται σε επαναστατικές κορυφώσεις.
Καθιερώνοντας τη λατρεία του «Ορθού Λόγου», της οποίας ανακηρύχθηκε, το 1793, Μέγας Ποντίφικας, πρωταγωνιστικός δρών σε μία από τις καθοριστικότερες επαναστάσεις όλων των εποχών, ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος οραματίζεται κι επιδιώκει να κατασκευάσει τον νέο άνθρωπο – ένα κοινωνικο-πολιτικό υποκείμενο το οποίο συνυπάρχει με το(ν) άλλο(ν), μέσα στη συνθήκη μίας πολιτείας που διέπεται από τις αρχές της ενότητας και της αρετής. Ωστόσο, η γέννηση του νέου ανθρώπου της πολιτείας της θεοποιημένης πολιτικής απαιτεί τον θάνατο του παλαιού κόσμου μαζί με την ανατροπή του προηγούμενου καθεστώτος. Στο βωμό αυτής της ιερής ενατένισης, η βία καθαγιάζεται και ο τρόμος μαζικοποιείται. Οι εκφυλισμένοι αριστοκράτες και άρχοντες του παλαιού καθεστώτος πρέπει να εξαλειφθούν. Οι επαναστάτες στέλνουν στη λαιμητόμο, κατά εκατοντάδες, Γάλλους πολίτες – αντιφρονούντες.
Όπως έγινε αργότερα και με τον Λένιν, ο Ροβεσπιέρος, στο όνομα της επανάστασης, επιστράτευσε την τρομοκρατία. Οι άπιστοι πρέπει να εξολοθρεύονται. Ο ιερός σκοπός επιτυγχάνεται μέσω της ασύμμετρης βίας.
Μήπως η ληξιαρχική πράξη γέννησης του πολιτισμικού συστήματος αξιών που πρέσβευε ο αποκεφαλισμένος από τζιχαντιστή, τον Οκτώβριο του 2020, Γάλλος καθηγητής Samuel Paty, γράφτηκε με το αίμα των θυμάτων της γκιλοτίνας;
Μέρος 3ο
Σκοτώνετε παιδιά στη χώρα μας, σκοτώνουμε παιδιά στη χώρα σας
(Ηχώ του μακελάρη του Bataclan, Παρίσι 11/2016)
Κατά τραγική ειρωνεία, λοιπόν, οι σύγχρονοι τζιχαντιστές είναι τέκνα τόσο του φονταμεταλιστικού Ισλάμ όσο του Ροβεσπιέρου και του Λένιν.
Τα σημερινά φαινόμενα θρησκευτικής βίας και τρομοκρατίας δεν είναι πρωτοφανή. Αντίσταση απέναντι στον κατακτητή – αποικιοκράτη ή/και ταυτοτικό αντανακλαστικό αντίδρασης μπροστά στην επιβολή ενός αλλότριου πολιτισμικού προτύπου, καθώς επίσης και εργαλείο επίτευξης γεωπολιτικών στοχεύσεων, οι δύο προηγούμενοι αιώνες, είναι γεμάτοι βία με θρησκευτικό πρόσημο, σε διάφορα σημεία της υδρογείου. Το στοιχείο που παρατηρείται την περίοδο αυτή, από τον 19ο αιώνα κι έπειτα, και διαφοροποιεί τις θρησκείες από τις αυθεντικές τους βάσεις είναι μία ροπή προς τη ριζοσπαστικοποίηση και τον συντηρητισμό.
Aπό την Ινδία και τον Vinayak Damodar Savarkar – τον σημαντικότερο στοχαστή – εισηγητή του ριζοσπαστικού ινδουισμού εναντίον της μουσουλμανικής κατοχής, τη Σαουδική Αραβία και την ίδρυση του wahhabisme – δόγμα του σουνιτικού Ισλάμ, το οποίο βασίζεται στην κατά γράμμα προσέγγιση κι ερμηνεία του Κορανίου, υιοθετεί την πιο σκληροπυρηνική ισλαμική θεολογική και δικαιική σχολή – του hanbalisme, κι επιστρατεύει το djihad – υπό την έννοια του πολέμου εναντίον των απίστων, πόλεμος – μέσο άμυνας ή/και επέκτασης του Ισλάμ, και την Αίγυπτο, όπου το 1928 ο Hassan al-Banna ιδρύει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, έως τον σιωνιστικό ιουδαϊσμό του κράτους του Ισραήλ και τη μεσσιανική κοσμοθεωρία των συντηρητικών Ευαγγελιστών από τις ΗΠΑ και τη Βραζιλία έως την Αφρική και την Κορέα, η θρησκευτικότητα, ανεξαρτήτως θρησκείας, συνυφαίνεται ολοένα και περισσότερο με μία πρωτοεπίπεδη ερμηνεία των ιερών κειμένων, έναν αυξανόμενο ριζοσπαστισμό, κι έναν ακτιβισμό που περιλαμβάνει και τη χρήση βίας.
Η βιομηχανοποίηση της τρομοκρατίας είναι χαρακτηριστικό της νεοτερικότητας. Αν και αποτελεί φαινόμενο με διαφορετικές εκδηλώσεις, που υπέρκειται του ισλαμισμού, αφού έχουμε ακόμα και το παράδειγμα Βουδιστών μοναχών να παρακινούν πιστούς σε σφαγές μουσουλμάνων στη Μυανμάρ το 2013, το 90% των τρομοκρατικών επιθέσεων έχουν ισλαμιστική υπογραφή. Τα βαθύτερα αίτια και οι λόγοι για τους οποίους το τέρας γεννιέται, εκτρέφεται και πολλαπλασιάζεται μέσα στους κόλπους της συγκεκριμένης θρησκείας είναι πολυποίκιλοι και διαφόρων φύσεων – κοινωνιολογικοί, οικονομικοί, ψυχολογικοί, πολιτισμικοί, γενικότερα υπαρξιακοί. Έχουν τις ρίζες τους στο αέναο γεωπολιτικο-οικονομικό παίγνιο που εκτυλισσόταν κι εξακολουθεί να εκτυλίσσεται στη Μέση Ανατολή, αλλά και το υπερβαίνουν. Το οργανωμένο και το σχεδιασμένο συναντά το άναρχο και το απρόβλεπτο σε αυτό το ατέρμονο σήριαλ, το σενάριο του οποίου κινείται από τον μεγάκοσμο των στρατηγικών που ορίζουν σύνορα χωρών μέχρι τον μικρόκοσμο ενός σχολείου σε μια πόλη της Γαλλίας.
Η παραχάραξη της πίστης και η (μεθ) ή (παρ) – ερμηνεία των ιερών κειμένων, για λόγους προσαρμογής στις διεθνείς τάσεις ή/και για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων γεωπολιτικών συμφερόντων, συνιστούν και συστήνουν ένα νέο θεωρητικό φάσμα με βαθύ αντίκτυπο στο νου και τον ψυχισμό των πιστών. Το εσκεμμένο άγει το πηγαίο και τα όρια μεταξύ σφετερισμού και αλήθειας είναι δυσδιάκριτα.
Ειδικά όσον αφορά το Ισλάμ, το σημερινό τοπίο αποτελεί, σε μεγάλο βαθμό, προοδευτική ανάπτυξη των κινημάτων που δημιουργήθηκαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα και της δράσης τους.
Στην παραδοσιακή χαλιφατική παράδοση, η oumma (κοινότητα των πιστών) είναι ένα άχρονο σύνολο, που αντιπροσωπεύει το παρελθόν και το μέλλον των μουσουλμάνων. Εκτεινόμενη σε όλον τον γνωστό κόσμο, δε γνωρίζει χωρικά όρια και σύνορα. Μη όντας ούτε κυβέρνηση, ούτε θεοκρατία, η oumma αποτελεί, βασικά, μία κοινότητα πίστεως. Αυτή η θέαση του κόσμου μεταβάλλεται ραγδαία λόγω των αυξανόμενων φιλοδοξιών των δυτικών στη Μέση Ανατολή, και της σταδιακής παρακμής και πτώσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, μέσα σε μια ρεφορμιστική συνθήκη, το Ισλάμ αρχίζει να κρίνεται αποκλειστικά και μόνο από την ικανότητά του να μιμείται δυτικές πολιτισμικές πραγματώσεις. Η νέα αυτή πραγματικότητα αποτελεί απότοκο διαδικασιών, στις οποίες αναμειγνύονται έντονα και οι αγγλο-γαλλικές μυστικές υπηρεσίες της εποχής. Οι νέες πολιτειακές οντότητες που δημιουργούνται, την περίοδο αυτή, στη Μέση Ανατολή, με καθεστώτα δημοκρατικά ή μοναρχικά, αποτελούν, στην ουσία, ρέπλικες του δυτικού στρατιωτικού δεσποτισμού. Ως εκ τούτου, το ετεροκαθοριζόμενο Ισλάμ ολοένα και παρεκκλίνει από τις πρωτότυπες γραμμές του. Το Ισλάμ της υπεριστορικής συνείδησης και της αναφοράς στο αιώνιο πεδίο καθίσταται φορμαλιστικό σύστημα επιβολής. Η αυθεντική sharia (μουσουλμανικός νομικός κώδικας) υποτάσσεται στο δυτικότροπο δόγμα κράτους-έθνους και στο δυτικό κοινωνικο-οικονομικό σύστημα. Η στρεβλή αντίληψη για τη σαρία μεταλλάσει τη θρησκεία. Η κατασκευασμένη ροπή προκαλεί και την αντι-ροπή της. Το Ισλάμ γίνεται τόπος συσπείρωσης για τους αντίθετους με τις αλλαγές του πολιτισμικού προτύπου, καθώς και για τους αρνητές της προσαρμογής στη νεοτερικότητα. Έτσι, η (μεταφυσική) πίστη καταντά εργαλείο του αντι-ιμπεριαλιστικού αγώνα.
Ως ασπίδα ενάντια στην επιρροή της δυτικής κουλτούρας, το Ισλάμ στρέφεται προς τη ριζοσπαστικοποίηση. Κάπως έτσι δημιουργείται ο ισλαμισμός – ιδεολογία που συναρμόζει θρησκεία και πολιτική, με τρόπο πολύ πιο ρητό απ’ ότι ο κλασικός ισλαμικός κανόνας. Τα ισλαμιστικά κινήματα ενσαρκώνονται, την περίοδο αυτή των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα, κυρίως από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, στην ίδρυση και την καθιέρωση των οποίων συμμετέχουν, υλικά και άυλα, οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Η συγκεκριμένη οργάνωση, λειτούργησε, μεταξύ άλλων, τη δεκαετία του 1930, ως ιδανικό μέσο αναχαίτισης του αναδυόμενου κομμουνισμού στην Αίγυπτο, ο οποίος απειλούσε τη μοναρχία – συνώνυμο της βρετανικής κυριαρχίας στην περιοχή.
Η μετάλλαξη και ο κατακερματισμός του Ισλάμ εξασφαλίζει στη Δύση την αδυναμία δημιουργίας χαλιφάτου – όπως ήταν εκείνα της προ-οθωμανικής περιόδου, στοχεύοντας επίσης στη σταδιακή ενσωμάτωση του κόσμου και του πολιτισμού αυτού στον δυτικό, ακόμα και αντιθετικά.
Το μεταρρυθμιστικό πανισλαμικό κίνημα επιβάλει άκαμπτα ιδεώδη. Απαγορεύοντας στους πιστούς την αναζήτηση μεταξύ των φιλοσοφικών σχολών και των μυστικών παραδόσεων του Ισλάμ, και ερμηνεύοντας, κατά το δοκούν, όρους όπως djihad (δίκαιος αγώνας – εσωτερική προσπάθεια του πιστού) και takfir (κριτική, ανάθεμα, αποκλεισμός) – έννοιες της κλασικής ισλαμικής φιλοσοφίας, κατασκευάζει ένα στέρεο ιδεολογικό υπόβαθρο που δικαιολογεί και προωθεί την αντίσταση και τον αγώνα εναντίον της Δύσης. Στόχος του νέου μουσουλμάνου είναι η κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και η επιβολή της σαρία μέσα στην ιστορικότητα. Ο ισλαμισμός καθίσταται γεωπολιτικο-πολιτισμικός πόλος, αντίθετος στη Δύση και το σύστημα αξιών της.
Αντεπίθεση στην επεκτατική Δύση και πόλεμος στους Σταυροφόρους.
Το φονταμενταλιστικό Iσλάμ παρουσιάζει διαφοροποιήσεις από τόπο σε τόπο, αλλά χρησιμοποιεί παντού τη βία και την τρομοκρατία για την επίτευξη πληγμάτων στους απίστους – μουσουλμάνους και δυτικούς. Η υπονόμευση και η υποδαύλιση, από μεριάς των δυτικών, επίσης διαφοροποιούνται από τόπο σε τόπο και από εποχή σε εποχή, αλλά αποτελούν πάγιες τακτικές και πρωταγωνιστικές συνιστώσες σε αυτό το παίγνιο της αέναης ανάφλεξης.
Η «επανάσταση» περνάει μέσα από την τρομοκρατία.
Η χρήση βίας νομιμοποιείται στο όνομα του Θεού.
Η πολιτική εργαλειοποιεί τη θρησκεία, ή μήπως το ανάποδο;
Η αυλαία του 21ου αιώνα ανοίγει με djihad. Η οργάνωση al-Qaeda αναλαμβάνει την ευθύνη για το τρομοκρατικό χτύπημα στους Δίδυμους Πύργους την 11/9/2001. Η οργάνωση αποτελεί κλάδο της σαουδαραβικής σέκτας του wahhabisme, al-Qaeda σημαίνει βάση δεδομένων, αφού, στην πραγματικότητα, επρόκειτο για μια λίστα με τους mujahedin αγωνιστές–τρομοκράτες, τους οποίους διαχειριζόταν το αμερικανικό σύστημα σαν θρησκευτικούς αντάρτες εναντίον των άθεων Σοβιετικών στο Αφγανιστάν, μέσα στο πλαίσιο της στρατηγικής θεωρίας του Zbigniew Brzezinski – Συμβούλου Ασφαλείας του προέδρου Carter, ο οποίος εισηγούνταν την περίσφιξη της Ευρασίας, μέσω της εργαλειοποίησης ριζοσπαστικών θρησκευτικών πυρήνων, για την αποτροπή της καθόδου των Σοβιετικών στον Περσικό Κόλπο και τον Ινδικό Ωκεανό. Μία «επιτυχημένη» έκφανση αυτής της γεωπολιτικής στρατηγικής αποτελεί η ήττα των Σοβιετικών στον πόλεμο του Αφγανιστάν, ο οποίος ξεκίνησε το 1979, όχι τυχαία το έτος της ισλαμικής επανάστασης στο Ιράν, που οδήγησε στην ανατροπή του Σάχη Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί από τον Χομεϊνί και στην επικράτηση του θεοκρατικού καθεστώτος που κυβερνά στο Ιράν έως σήμερα. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, η οργάνωση (al-Qaeda) και οι taliban στο Αφγανιστάν, και λόγω ασυμφωνιών σε ζητήματα που αφορούν τη γεω-οικονομία της περιοχής, βγαίνουν εκτός ελέγχου των δυτικών. Το αποτέλεσμα ήταν η 9/11 – γεγονός που έθεσε ολόκληρη την ανθρωπότητα σε μία νέα σφαίρα ύπαρξης, φέρνοντας αντιμέτωπους, σε πρώτη φάση, τον συντηρητικό ευαγγελιστή George Bush Jr, με τον γουαχαμπιστή Σαουδάραβα, άλλοτε συνεργάτη των Αμερικανών, Osama bin Laden.
Το θεολογικής φύσεως τελικό αίτιο της κίνησης και της πράξης μέσα στην Ιστορία δεν αποτελεί αρχή την οποία ασπάζεται αποκλειστικά και μόνο ένα κομμάτι του μουσουλμανικού κόσμου. Οι επεμβάσεις των Αμερικανών στη Μέση Ανατολή, εκτός από γεωπολιτικο-οικονομικούς λόγους, έχουν επίσης μεσσιανικό υπόβαθρο. Για τους Ευαγγελιστές, ιδιαίτερα η εισβολή στο Ιράκ, βασίζεται στην ιδέα της «χριστιανικής επανάκτησης της Μέσης Ανατολής». Διαπνεόμενοι από την επιτακτική ιδέα της υλοποίησης του «σχεδίου του Θεού», οι Ευαγγελιστές – μία συντηρητική μεταπροτεσταντική σέκτα, που τις τελευταίες δεκαετίες ολοένα και αυξάνει τον αριθμό των πιστών της σε όλες τις ηπείρους, είναι βασικοί υποστηρικτές του κράτους του Ισραήλ (ιδιαίτερα της κυβέρνησης Netanyahu) διότι θεωρούν ότι η δημιουργία του Μεγάλου Ισραήλ αποτελεί το προπαρασκευαστικό στάδιο για «την επιστροφή του Μεσσία», ως αναγγέλλεται στη Βίβλο. Σύμφωνα με τον προτεστάντη λόγιο Franklin Himlin Littel: «Για την ασφάλεια του Ισραήλ είναι αναγκαία μια απόλυτη συμμαχία, η οποία δε θα βασίζεται σε πολιτικά κίνητρα, αλλά θα έχει καθαρά θρησκευτικό υπόβαθρο.». Η συμμαχία μεταξύ ΗΠΑ και Ισραήλ έχει, λοιπόν, τόσο γεωστρατηγικές όσο και θεολογικές βάσεις.
Οι σταυροφορίες πυροδοτούν το djihad και το αντίστροφο. Το μίσος εξυπακούεται για τη συνεχή ισχύ της πόλωσης. Κάθε απόπειρα συμφιλίωσης στο τέλος φονεύεται. Όποιος επιδιώκει την ειρήνη είναι προδότης και πρέπει να εξοντώνεται από το ίδιο του το στρατόπεδο. Ο Αιγύπτιος πρόεδρος Anwar Sadat, εκπρόσωπος της χώρας του στις Συνθήκες Ειρήνης του Camp David – μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ το 1978, δολοφονείται, το 1981, από ένα μέλος των Αδελφών Μουσουλμάνων. Αντιστοίχως, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Yitzhak Rabin δολοφονείται, το 1995, από έναν εξτρεμιστή Εβραίο, «στο όνομα του Θεού», δύο χρόνια μετά την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης με τον Παλαιστίνιο ηγέτη Yasser Arafat, στο Όσλο το 1993.
Παρά την αρχικά ελπιδοφόρα πνοή, με τα δημοκρατικά τους προτάγματα, οι Αραβικές Ανοίξεις αποδεικνύονται χειμώνες – ως κυνικές αποκρυσταλλώσεις της βούλησης των Αμερικανών να απομειώσουν την ισχύ της παρουσίας τους στην περιοχή, υπό την προϋπόθεση της εγκατάστασης ισλαμικών καθεστώτων – εργαλείων της αμερικανικής πολιτικής, απωθητικών προς τη Ρωσία και την Κίνα, σε ολόκληρο το μουσουλμανικό τόξο, που εκτείνεται από το Μαγκρέμπ (Βόρεια Αφρική) έως το Μασρέκ (Μέση Ανατολή). Στην ίδια λογική εγγράφεται και η απόπειρα δημιουργίας τουρκικής «ισλαμοδημοκρατίας» το 2001. Οι δυτικοί συνεργούν, γι’ ακόμα μία φορά, με τα πνευματικά τέκνα του ριζοσπάστη θεωρητικού Sayyid Qutb – τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, συνεργασία που προβάλλεται στο μακελειό της Συρίας – μίας ιδιαίτερα νευραλγικής χώρας – χώρου, ως σταυροδρόμι δύο επιλογών δρομολογίων υδρογονανθράκων – ενός πρώτου, εκκινούντος από το Κατάρ και καταλήγοντος στην Ευρώπη μέσω Σαουδικής Αραβίας, Ιορδανίας, Συρίας και Τουρκίας, κι ενός άλλου που θα ξεκινούσε από το Ιράν για να διασχίσει τη Συρία και τον Λίβανο για να καταλήξει στη Μεσόγειο. Το καθεστώς Άσσαντ αρνείται, ως σύμμαχος των Ρώσων και των Ιρανών, να επιλέξει το πρώτο δρομολόγιο, το οποίο αποτελούσε επιταγή των Δυτικών. Απόρροια αυτής της διάστασης απόψεων θα είναι ο συριακός εμφύλιος και η δημιουργία του Ισλαμικού κράτους – Daesh / Isis. Η δημιουργία αυτού του κρατικού μορφώματος, αντιβαίνοντας στο σαουδαραβικό – σαλαφιστικό (από το salaf, «προκάτοχοι» ή «πρόγονοι», συντηρητικό σουνιτικό κίνημα, συγγενικό του γουαχαμπισμού) τρόπο διεξαγωγής djihad, όπως αυτός εκδηλώθηκε μέσω της δράσης του Μπιν Λάντεν, αντανακλά τη βούληση ενός παρακλαδιού της Qaeda του Ιράκ, χρηματοδοτούμενου από το Κατάρ, με ηγέτη τον Abu Omar al-Qurashi al-Baghdadi. Στην ίδρυση και τη δράση του Daesh αναμειγνύονται οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι και η επίσημη τουρκική κυβέρνηση.
Η απόφαση χιλιάδων νέων να αναχωρήσουν από την Ευρώπη για να καταταχθούν και να πολεμήσουν στο πλευρό των μαχητών του Ισλαμικού κράτους, καθώς επίσης και οι τρομοκρατικές επιθέσεις εντός Ευρώπης (πταίσματα μπροστά στα απειράριθμα κατορθώματα της ισλαμιστικής τρομοκρατίας εκτός Ευρώπης, που έχουν ως αποτέλεσμα εκατόμβες νεκρών), στη Γαλλία, τη Γερμανία και το Βέλγιο, την ίδια περίοδο, θέτουν το ζήτημα της «ριζοσπαστικοποίησης» στο επίκεντρο του δημοσίου διαλόγου στη Γηραιά Ήπειρο. Τι κάνει, όμως, ένα νεαρό/νεαρή, a priori μουσουλμάνο ή μη, να προσχωρήσει στο φονταμενταλιστικό Ισλάμ, είτε ως μαχητής του Ισλαμικού κράτους, είτε ως τρομοκράτης, μέσα στο πλαίσιο μιας οργανωμένα άτακτης και συντονισμένα ή μη, ασύμμετρης συνθήκης στη χώρα του;
Η παρεμβατικότητα των Δυτικών στον ενδοϊσλαμικό εμφύλιο και η υπόγεια πυροδότηση της fitna (διαίρεσης) του μουσουλμανικού κόσμου, η προβολή ισχύος και η επιβολή, άμεση ή έμμεση, στρατιωτική, οικονομική, πολιτική ή πολιτιστική του κραταιού δυτικού συστήματος στη Μέση Ανατολή και αλλού στην υφήλιο, ακόμα και οι ανθρωπιστικές παρεμβάσεις είναι βασικοί παράγοντες αφύπνισης τους ριζοσπαστικού Ισλάμ. Η ριζοσπαστικοποίηση, όμως, συναιρώντας το υποκινούμενο με το πηγαίο, αποτελεί και ζήτημα σχέσεων μεταξύ υποστάσεων – ατομικών ή/και συλλογικών. Οι ακραίες οικονομικές ανισότητες, η διαφθορά, η εκμετάλλευση, ο ρατσισμός, η πολιτισμική ασυμβατότητα και το αδιέξοδο της επικοινωνίας μεταξύ κοινωνικών συνόλων με διαφορετική πολιτισμική ή ταξική ιδιοσυστασία – καταστάσεις με βαθύ ψυχολογικό αντίκτυπο που διαπλέκονται και αλληλοεισδύουν η μία στην άλλη, αυξάνουν τα ερείσματα και τη δημοφιλία των ισλαμιστικών τρομοκρατικών δικτύων. Το μίσος και η εκδίκηση θρέφει κι αιτιολογεί το όραμα των ισλαμιστών, που παρεισφρέουν μεθοδικά σε διάφορα κοινωνικά στρώματα και ψυχολογικά υποστρώματα.
Τα αίτια προσχώρησης σε ισλαμιστικά τρομοκρατικά δίκτυα και τα παραδείγματα τρομοκρατικής δράσης, διαφέροντας κατά τόπους, είναι αναρίθμητα και ποικίλουν όπως και τα προφίλ των (επίδοξων) τρομοκρατών.
Στη Νιγηρία, τη φτωχότερη χώρα του κόσμου, κράτος – συνώνυμο της διαφθοράς, του οποίου οι κυβερνήσεις είναι χρηματιζόμενες μαριονέτες – συνεργαζόμενες με διεθνείς πολυεθνικές, των οποίων τα συμφέροντα εξυπηρετούν, όπου μεγάλο μέρος του πληθυσμού πάσχει από ασιτία, και ένα ποσοστό των γυναικών πεθαίνει πάνω στη γέννα λόγω των άθλιων συνθηκών υγιεινής, αυτό το αποτρόπαιο περιβάλλον ακραίας εκμετάλλευσης, αγνής αγανάκτησης και φθηνού θανάτου γέννησε και γιγάντωσε την οργάνωση Boko Haram. Η οργάνωση έχει, από το 2009, ως διακηρυγμένο στόχο να εγκαθιδρύσει στη Νιγηρία ένα ισλαμικό χαλιφάτο, ανατρέποντας την επίσημη κυβέρνηση της χώρας και απαγορεύοντας δραστηριότητες οι οποίες έχουν σχέση με το δυτικό τρόπο ζωής. Σε μια χώρα που η κάθε οικογένεια αριθμεί, από δέκα έως είκοσι μέλη, οι συνθήκες ζωής είναι άθλιες, η κοινωνική πρόνοια και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη είναι έννοιες άγνωστες, οι πλουτοπαραγωγικές πηγές είναι δοσμένες στους «άδικους Δυτικούς» και ο θάνατος είναι πιο συχνό φαινόμενο από το νερό, επιρρωνύονται τα επιχειρήματα και τα κηρύγματα μισαλλοδοξίας κάποιου ριζοσπάστη ιμάμη που, σε τελική ανάλυση, δίνει ένα μπόλ με ρύζι, προσφέροντας λίγη ανθρωπιά σε ανθρώπους χωρίς ελπίδα. Η στρατολόγηση αξιοποιεί το απόστημα μίσους, και η προοπτική ενός «ηρωικού» θανάτου νοηματοδοτεί την τρομοκρατική δράση ενός ανθρώπου που υποφέρει, ο οποίος ίσως και να ζητά έμμεσα μια ευκαιρία να πεθάνει. Ποια άλλη επιλογή έχει; Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι αιτίες της προσχώρησης στο τρομοκρατικό δίκτυο είναι, κατά βάση, κοινωνικο-οικονομικές. Η χειροτέρευση των συνθηκών ζωής δεν μπορεί παρά να οξύνει το φαινόμενο, και αποτελεί ψευδαίσθηση το ότι η δυτική στρατιωτική επέμβαση μπορεί να το πατάξει. Οι διαμάχες στις χώρες αυτές δεν μπορούν να λυθούν μόνο μέσω της δράσης τακτικών στρατών, κάτι που αποδεικνύεται από το παράδειγμα της Γαλλίας στο Σαχέλ.
Στη Γαλλία, μία έρευνα που διεξήχθη από τις γαλλικές υπηρεσίες πληροφοριών από κοινού με τη Δικαστική Προστασία Νεότητας (PJJ) σε φακέλους εκατοντάδων εφήβων, οι οποίοι, είτε είχαν άμεση ανάμιξη σε υποθέσεις τρομοκρατίας, είτε είχαν επισημανθεί ως ύποπτοι / υποψήφιοι για τρομοκρατική δράση, 68 εκ των οποίων θα δικάζονταν, ή είχαν ήδη δικαστεί για τρομοκρατικές απόπειρες σε γαλλικό έδαφος, σκιαγραφεί το τοπίο, δίνοντας μία εικόνα για τα κοινωνιολογικά και ψυχολογικά προφίλ των δρώντων. Η συντριπτική πλειοψηφία τους – μετανάστες δεύτερης γενιάς από το Μαγκρέμπ ή το Σαχέλ (από χώρες άλλοτε γαλλικά προτεκτοράτα / αποικίες), που μεγάλωσαν με το μόνιμο αίτημα και την πίεση των γονέων τους για κοινωνική ανέλιξη και καταξίωση στη Γαλλία, διαδικασία που περνά μέσα από την αριστεία στο γαλλικό σχολείο, καθώς επίσης και μέσα από την εξάλειψη των πολιτισμικών, θρησκευτικών ή ιστορικών καταβολών του παιδιού. Η ριζική ενσωμάτωση, στη συνείδηση των γονέων – μεταναστών πρώτης γενιάς – επιτυγχάνεται, συνήθως, μέσω της εκρίζωσης της παλιάς ταυτότητας. Ωστόσο, το ανταγωνιστικό σχολικό περιβάλλον, η σχολική αποτυχία, ο φυλετικός και κοινωνικός ρατσισμός, η περιφρόνηση, η ταπείνωση, το ψυχολογικό bullying, οι προσβολές, ο χλευασμός, ο διασυρμός τόσο από τους συμμαθητές όσο και, σε κάποιες περιπτώσεις, από την πλευρά των εκπαιδευτικών, η αίσθηση του ανεπιθύμητου (άλλου), η περιθωριοποίηση έχουν ισχυρό αντίκτυπο στην ψυχολογία του εφήβου.
Η αδυνατότητα ουσιαστικής ενσωμάτωσης διαμορφώνει στο άτομο ένα βαθύ σύμπλεγμα κατωτερότητας, αλλά και ισχυρές τάσεις εκδίκησης απέναντι σε εκείνους (πρώην αποικιοκράτες), που ενσαρκώνουν την πολιτισμένη κοινωνία και τους προοδευτικούς της θεσμούς. Το σχολείο, το κράτος δικαίου, ακόμα και η οικογένεια τίθενται εν αμφιβόλω και κατακρίνονται. Ο ισλαμικός φονταμενταλισμός λειτουργεί σαν φορέας κριτικής απέναντι σε αυτήν την κατάσταση. Ο αδικημένος αναζητά ανθρώπους σαν αυτόν, με αντίστοιχα βιώματα και κοινούς τόπους. Το ψυχολογικό και κοινωνικο-οικονομικό αδιέξοδο επιτάσσει την ενσωμάτωση και την πίστη σε μία ιδεατή κοινωνία – φορέα μιας γνησιότητας, τόσο σε αξίες όσο και σε πρακτικές. Η θρησκεία γίνεται όχημα κοινωνικοποίησης, κι εδώ παίζουν καθοριστικό ρόλο το διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι σε αναζήτηση νέων αξιών και ταυτότητας αγανακτισμένοι νέοι και νέες έρχονται σε επαφή με τα οργανωμένα δίκτυα προσηλυτισμού και στρατολόγησης. Αξίζει να τονιστεί ότι το 90% των ιμάμηδων-εκπαιδευτών στη Γαλλία δεν είναι Γάλλοι πολίτες, αλλά εισαγόμενοι από μουσουλμανικές χώρες. Ως γνωστόν, η βούληση εκδίκησης και η μνησικακία αποτελούν εύφλεκτα υλικά, καθιστώντας το άτομο ευεπίφορο στον προσηλυτισμό και την ακραία στράτευση. «Ο κόσμος είναι δικός σου γιατί είσαι μουσουλμάνος». Η βία νομιμοποιείται στη συνείδηση των πιστών μελετημένα και μεθοδικά.
Έννοιες όπως η hijra: εξορία στη γη, ανταποκρινόμενες στις κοινωνικο-οικονομικές τους δυσκολίες, ασκούν μεγάλη γοητεία στους μαθητευόμενους, οποίοι αναζητούν την ουτοπία μέσω του αγώνα, δίνοντάς τους την απαραίτητη πνοή για την ορμή προς θάνατον. Η ύπαρξη μιας γεωπολιτικής οντότητας που ενσαρκώνει αυτήν την ουτοπία, αποτελεί γι’ αυτούς ένα θαύμα στο οποίο ποθούν να συμμετέχουν και στο οποίο είναι έτοιμοι να επενδύσουν ψυχή και σώμα.
Όπως αποκαλύπτεται από την έρευνα, ένα μικρό ποσοστό τους, αφορά άτομα με ψυχιατρικής φύσεως προβλήματα όπως κατάθλιψη, τάσεις προς αυτό-ακρωτηριασμό, τάσεις αυτοκτονίας, ανορεξία, τα οποία μεταβάλλονται σε τζιχαντιστική επιθετικότητα.
Άλλοι εξ’ αυτών είναι εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου – μέλη συμμοριών, παιδιά των γκέτο, με μίσος για, και σε μόνιμο πόλεμο με τα όργανα της τάξεως. Ο ισλαμικός εξτρεμισμός, τους παρέχει μία ευκαιρία «αναβάθμισης» μέσα στο εγκληματικό αυτό πλαίσιο, όπως συνέβη με τον Amedy Coulibaly – ενός εκ των δραστών της τρομοκρατικής επίθεσης του Ιανουαρίου του 2015 στο Montrouge.
Η δημιουργία του Ισλαμικού κράτους και οι τρομοκρατικές επιθέσεις σε διάφορες χώρες, λοιπόν, δεν κινούνται μόνο στην πνευματική σφαίρα «της προετοιμασίας για τη βασιλεία του Αλλάχ», αλλά αφορούν επίσης και ένα συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο που έχει στο στόχαστρό του, συμβολικά και φυσικά, κυβερνήσεις, θεσμούς, συστήματα αξιών, καθώς επίσης και κοινωνικές ομάδες – τους « απίστους», τους κακούς μουσουλμάνους, τους ομοφυλόφιλους, τους Εβραίους. Στους φακέλους που αναλύθηκαν φαίνεται πως αυτή η ιδεολογία προβάλει ως μία βολική λύση σε ό,τι έχει να κάνει με την καταδίκη τόσο του οικογενειακού μοντέλου, του «μολυσμένου» από τις αξίες της κοινωνίας υποδοχής (γαλλικής), για την πίστη του σε πλανερούς θεσμούς όπως το σχολείο, η υλιστική ζωή του καπιταλισμού, για την άρνηση της πραγματικής του ταυτότητας (πολιτισμικής και θρησκευτικής), όσο και του θεσμού της δημοκρατίας, όπως αυτός ενσαρκώνεται από το εκπαιδευτικό σύστημα.
Προσφέροντας κατανόηση για τις κακουχίες, προσδίδοντας νόημα στη ζωή, κομίζοντας λόγους και τρόπους δράσης, και νομιμοποιώντας τη βία, η ακραία ιδεολογία – θρησκεία μετατρέπει την κραυγή αγανάκτησης σε κραυγή επίθεσης, ωθώντας τον μυημένο να γίνει μάρτυρας – φορέας Αποκάλυψης μέσα στον κόσμο του ψεύδους.
Ο ισλαμισμός υποσκάπτει το Ισλάμ με τον τρόπο που αμαύρωσε τη λευκή φυλή και μέρος των αξιών της, στην παγκόσμια συνείδηση, ο ναζισμός.
Μαχητές του Θεού έναντι των αθέων Σταυροφόρων, ψυχιατρικά διαταραγμένοι μοναχικοί λύκοι, χρήσιμοι ηλίθιοι, οι τζιχαντιστές-τρομοκράτες και τα παράγωγα της δράσης τους, συνιστούν, συν τοις άλλοις, φορείς επίσπευσης της αναδιαμόρφωσης του ιστορικού γίγνεσθαι.
Η χρηστική αξία των ρευμάτων του τζιχαντιστικού νεφελώματος ποικίλει. Ως φορείς ισχύος, χρησιμοποιούνται από κυβερνήσεις και συστήματα – όπως το ερντογανικό – είτε για τη διακίνηση όπλων, λαθραίου πετρελαίου και ναρκωτικών, είτε ως εργαλεία εκβιασμού – για την ενδεχόμενη αποσταθεροποίηση μίας κοινωνίας – στόχου.
Η ισλαμική τρομοκρατία είναι φαινόμενο περίπλοκο μέσα στην απολυτότητά του. Στους κόλπους της, η βία συντίθενται με το ιερό, η κοινή εγκληματική δράση συνδυάζεται με τη θεολογία, και οι γεωπολιτικο-οικονομικές σκοπιμότητες σμίγουν με την αναζήτηση βαθύτερου υπαρξιακού νοήματος. Είναι φαινόμενο, το οποίο εγγράφεται στην κρίση αξιών μιας μεταβατικής εποχής και ακραία έκφανση της ριζοσπαστικοποίησης που την χαρακτηρίζει.
Μέρος 4ο
Τη συνέχεια τη βλέπω! Η σοφία μου έχει απαξιωθεί όσο και το χάος. Αλλά τι είναι η δική μου εκμηδένιση μπροστά στην αποβλάκωση που περιμένει εσάς;
(Ρεμπώ)
Μέσα στο ψηφιακό σπήλαιο των ψευδαισθήσεων του τεχνολογικού ντετερμινισμού, στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης του άυλου καπιταλισμού, σε έναν κόσμο που είναι πλασμένος για να ομοιομορφοποιεί, αφού (θέλει να βλέπει) παντού μία άμορφη μάζα – έναν αλγοριθμοποιημένο πληθυσμό, στον μετα-πολιτισμό του νέο-φιλελευθερισμού και των ατελεύτητων δικαιωμάτων, των κάθε λογής ταυτοτήτων, και της εξολόθρευσης των αντιφρονούντων – φορέων του «παλαιού καθεστώτος», δια της οδού του επιχειρήματος του «υποκειμενικού αφηγήματος», οι παραδοσιακές ταυτότητες απειλούνται και, ως εκ τούτου, αντιστέκονται με τη βία που το κάνει ένα είδος υπό εξαφάνιση. Μέσα σε αυτήν την απολίτιστα «πολυπολιτισμική» συνθήκη της χαρούμενης παγκοσμιοποίησης, η αποικιοποίηση της ανθρώπινης συνείδησης, δια της εμφύτευσης σε αυτή μιας αίσθησης ματαιότητας, προάγει το μοτίβο ενός παγκόσμιου πολίτη – καταναλωτή, ανίκανου να ατενίσει πέραν του ορίζοντα της προσωπικής του απόλαυσης, την οποία μεταφράζει σε αυτοπραγμάτωση.
Ούτε φύση, ούτε μνήμη, ούτε νόημα, ούτε πίστη σε κανένα επέκεινα. Η επιβολή της επιπεδότητας, η ακύρωση των παραδοσιακών ταυτοτήτων και η ισοπέδωση των θρησκειών, των εθνών και των ιδεολογιών μέσα στο άυλα υλιστικό σύμπαν του εικονικού ναρκισσισμού, της αλαζονικής ουδετερότητας της επαυξημένης πραγματικότητας, των διαδικτυακών ακοινώνητων κοινωνιών και των ατόμων της καθημερινής επανεφεύρεσης, χαρακτηρίζεται από μια δημιουργικότητα, η οποία προϋποθέτει τον μηδενισμό. Αυτή η έλλειψη νοήματος εξηγεί την επιστροφή της εσχατολογίας. Ο εκμηδενισμός τους, κινητοποιεί τις παραδοσιακές ταυτότητες να αντεπιτεθούν – ως ανάγκη μιας ετερότητας να υπάρξει και να εκφραστεί. Η όποια αντίδραση, όμως, χειραγωγούμενη ή μη, στις περισσότερες των περιπτώσεων παίρνει ένα πρόσημο ριζοσπαστισμού και ακραίου συντηρητισμού – διαδικασία που καταλήγει υπονομευτική, αποδομητική και αυτοκαταστροφική για τις φιλοσοφικές καταβολές και την όντως πνευματικότητα τους, προσομοιάζοντας έτσι στον απεγνωσμένο καμικάζι, η υπαρξιακή κατάφαση του οποίου συνεπάγεται την ιδανική του αυτοχειρία.
Σήμερα, λοιπόν, η βιομηχανοποίηση του τρόμου είναι άμεσα συνυφασμένη με την εμπορευματοποίηση του μηδενισμού. Και για τις δύο τάσεις υπάρχουν προκατασκευασμένες αιτιολογίες και συγκαταθέσεις.
Όσο και αν θιγόμαστε από τη δίνη της θρησκευτικής ή άλλου τύπου τρομοκρατίας, οφείλουμε να μελετήσουμε νηφάλια τις εκδηλώσεις και τις λογικές της λειτουργίας της. Μόνο με αυτόν τον τρόπο θα είμαστε σε θέση να φωτίσουμε αθέατες πλευρές και να καθοδηγήσουμε αποτελεσματικά τη δράση των θεσμών, χωρίς συνθήματα και εκρήξεις ενός, προσβεβλημένου από οιαδήποτε ιδεολογία, θυμικού.
Εξειδικεύοντας στο φονταμενταλιστικό Ισλάμ, η ιδεολογία της μη (δια)κρίσης φτάνει, σε πολλές περιπτώσεις, στην έμμεση ταύτιση Ισλάμ και ισλαμισμού, τσουβαλιάζοντας θύτες και θύματα, και ίσως οδηγήσει στην απολυτότητα της καθολικής στοχοποίησης. Οι απανταχού δικαιωματιστές, καλό θα είναι να μην αποκλείουν το ενδεχόμενο της οργανωμένης δράσης των ριζοσπαστικών κέντρων του ισλαμισμού. Αυτή τους η ανοχή ίσως κριθεί μετέπειτα ένοχη. Τα ποικίλα ισλαμιστικά χτυπήματα, στον δυτικό κόσμο, καλλιεργούν, εκούσια ή ακούσια, το επιχείρημα της «θανάσιμης απειλής για τη λευκή φυλή», ρίχνοντας λίπασμα στο δέντρο του νέο-φασισμού και του νεοναζισμού. Ο εθνομηδενισμός των εθελοντών στη ΜΚΟ της παγκόσμιας διακυβέρνησης ευνοεί τους εθνοεπαγγελματίες. Η πόλωση εντείνεται και το χάσμα μεταξύ των στρατοπέδων διευρύνεται.
Και ισλαμοφοβία και ισλαμοφασισμός, και εθνομηδενισμός και ακραίος εθνικισμός και μυωπικός αριστερισμός και μονόφθαλμος φιλελευθερισμός, μέσα στο χρηματιστικοποιημένο σύμπαν – matrix του κατασκοπευτικού καπιταλισμού.
Όσο κεντρομόλες είναι οι δυνάμεις του παγκόσμιου πολιτισμικού παραδείγματος, τόσο περισσότερες φυγόκεντρες τάσεις αναπτύσσονται. Όσο μεγαλύτερος είναι ο βαθμός υπερεστίασης σε ένα παγκόσμιο πολιτισμικό κοσμοείδωλο τόσο περισσότερες εστίες έκρηξης δημιουργούνται. Δύνανται, όμως, να πετύχουν καίρια πλήγματα στο ομογενοποιητικό παγκόσμιο σύστημα, ή μήπως καταλήγουν να παίζουν το δικό του παιχνίδι; Το παιχνίδι μιας προδιαγεγραμμένα αποτυχημένης ανταρσίας δύο ή περισσότερων στρατοπέδων απέναντι στον παγκόσμιο εικονικό μετα-πολιτισμό του instagram και του tik-tok, του 5G και της A I, των robots, των cyborgs και της οικονομιστικο-τεχνικιστικής δυστοπίας;
Το «Τέλος της Ιστορίας*» οδηγεί στη «Σύγκρουση των πολιτισμών**»;
Πέραν, όμως, των μερικών θεωρητικών κατασκευών, του ρεαλισμού και του ιδεαλισμού, ή της εξειδίκευσης αυτής της συγκρουσιακής διαλεκτικής σχέσης σε μία ιστορική περίοδο, μήπως αυτό που καλούμε ανθρώπινη Ιστορία ξεδιπλώνεται στη λογική ενός διηνεκούς ολοκαυτώματος με εκεχειρίες πολιτισμού; Και ανεξαρτήτως του τρόπου που υποκινείται και κινείται ο Άνθρωπος μέσα στον χωροχρόνο, γραμμικά, σπυροειδώς ή κυκλικά, υποκείμενος στη μυθολογικο-τεχνολογική του μοίρα, μήπως οι Ιφιγένειες ήταν, είναι και θα είναι πάντα αναγκαίες για να τρέφεται η Μέδουσα της Ιστορίας;
*έμμεση αναφορά στο έργο του Francis Fukuyama: Το τέλος της Ιστορίας και ο Τελευταίος Άνθρωπος.
**έμμεση αναφορά στο έργο του Samuel Huntingon: Η σύγκρουση των Πολιτισμών.
Για το παρόν άρθρο χρησιμοποιήθηκαν τα ακόλουθα έργα / άρθρα:
- Jean-François Colossimo, Aveuglements, religions, guerres, civilisations, Les éditions du cerf., 2018.
- Pierre Conesa, Avec Dieu, on ne discute pas !, Robert Laffont, 2020.
- Richard A. Clarke, Against All Enemies: Inside America’s War on Terror, Free Press, New York, 2004.
- Fabien Carrié, La Fabrique de la radicalité. Une sociologie des jeunes djihadistes français, Seuil, Paris, 2018.
- Robin Cook, «The struggle against terrorism cannot be won by military means», The Guardian, London, 8 July 2005.
- François Burgad, Comprendre l’Islam politique, une trajectoire de recherche sur l’altérité islamiste, 1973 – 2016, La Découverte, 2016.
- Hicham Alaoui, «Une idéologie compromise par l’exercice du pouvoir, Échec de l’utopie islamiste», Le Monde diplomatique, Paris, novembre 2018.
- Alexandre del Valle, Emmanuel Razavi, Le Projet: La stratégie de conquête et d’infiltration des frères musulmans en France et dans le monde, ARTILLEUR, 2019.
- Philippe-Joseph Salazar, Suprémacistes. L’enquête mondiale chez les gourous de la droite identitaire, Plon, 2020.
- Ιωάννης Θ. Μάζης, Γεωπολιτικά Ζητήματα στην Ευρυτέρα Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο, Λειμών, Αθήνα, 2017.